Η ακτινωτή ουλή είναι μία καλοήθης πάθηση του μαστού. Σε μία περιοχή του
μαστού μαζεύονται ( συρρέουν) ινώδη και ελαστικά στοιχεία που σχηματίζουν μία
«σκληρότερη» περιοχή, που τραβάει τους γύρω απ’ αυτήν ιστούς. Η εικόνα της
μοιάζει με εκείνη μίας ουλής, μόνο που στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν έχει
συμβεί κάποιος τραυματισμός ή δεν έχει πραγματοποιηθεί κάποιο χειρουργείο.
Είναι ένας όρος που συχνά μπερδεύει τις γυναίκες, αλλά και τους μη ειδικούς
γιατρούς, που αν δεν διαθέτουν μαστολογική εμπειρία , μπορεί να τον εκλάβουν
πως υποδηλώνει κάτι που έχει να κάνει με ακτινοβολία ή με ουλή μετά από
τραυματισμό στο στήθος της γυναίκας.
Παλαιότερα γινόταν αντιληπτή ως τυχαίο ιστολογικό εύρημα σε τμήματα μαζικού
αδένα που είχαν αφαιρεθεί και αυτό γιατί η ακτινωτή ουλή δεν προκαλεί κάποιο
σύμπτωμα, ούτε ψηλαφάται. Επειδή, όμως, δίνει χαρακτηριστική εικόνα στην
μαστογραφία, στις ημέρες έχει αυξηθεί ο αριθμός των γυναικών στις οποίες
διαγιγνώσκεται η πάθηση, αφού και ο αριθμός των γυναικών που υποβάλλονται σε
προληπτική μαστογραφία έχει επίσης αυξηθεί σημαντικά.
Μία ιδιαιτερότητα της εικόνας της ακτινωτής ουλής στη μαστογραφία είναι ότι
μοιάζει πολύ με την εικόνα του καρκίνου. Προκαλεί μία διαταραχή της
αρχιτεκτονικής του μαστού στην περιοχή που έχει εμφανιστεί, δημιουργώντας μία
αστεροειδή σκίαση, δηλ. μία σκίαση με ακτινωτές προσεκβολές, όπως κάνει σε
πολλές περιπτώσεις και ο καρκίνος. Στην περιοχή μπορεί να συνυπάρχουν
μικροαποτιτανώσεις. Αν στο κέντρο της σκίασης διακρίνεται με ευκρίνεια ο
περισσότερο διαπερατός στις ακτίνες ελαστικός πυρήνας της ακτινωτής ουλής, τότε
μπορεί ο γιατρός
να υποψιαστεί την πιθανότητα να πρόκειται για ακτινωτή ουλή.
Αλλιώς, με το φόβο μήπως πρόκειται για καρκίνο, πρέπει να προχωρήσει σε
βιοψία. Παρόμοια εικόνα με την ακτινωτή ουλή εκτός από τον καρκίνο μπορεί να
δώσουν και άλλες καταστάσεις όπως η σκληρυντική αδένωση, μία πραγματική
ουλή ή μία ελαιώδης κύστη μετά από εγχείρηση ή τραυματισμό.
Ακτινωτή ουλή χαρακτηρίζεται αυτό το είδος της βλάβης όταν είναι μικρό. Αν
είναι μεγάλο, τότε χρησιμοποιείται ο όρος σύνθετη
σκληρυντική αλλοίωση. Άλλος ένα όρος που χρησιμοποιείται είναι αυτός της σκληροελαστωτικής βλάβης.
Δύο θέματα συζητήθηκαν πολύ στο παρελθόν ( και ακόμα απασχολούν την ιατρική
κοινότητα) : το πρώτο είναι η σχέση της ακτινωτής ουλής με τον καρκίνο. Πολλές
μελέτες έδειξαν σ’ ένα μεγάλο ποσοστό περιπτώσεων στην ακτινωτή ουλή να
συνυπάρχει καρκίνος, αλλά και άλλες αλλοιώσεις που συνδέονται με αυξημένο
κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου. Άλλες πάλι μελέτες δεν κατέληξαν σε παρόμοιο
συμπέρασμα. Γενικότερα, όμως, η πλειοψηφία των χειρουργών θεωρεί την ακτινωτή
ουλή ως μία βλάβη που πρέπει να αφαιρείται καθώς το ποσοστό συνύπαρξης καρκίνου
δεν είναι μικρό ( σε σχετικές μελέτες φτάνει έως και 40%).
Το δεύτερο θέμα είναι αν η βλάβη διαγνωστεί σε βιοψία που έχει γίνει
με ευρύστομη βελόνα ( όπου λαμβάνεται προς εξέταση κομματάκι ή κομματάκια
της βλάβης και επομένως μπορεί σ΄ αυτά να γίνει κανονική ιστολογική και όχι
απλά κυτταρολογική εξέταση), αν λοιπόν σε μια τέτοια βιοψία προκύψει η διάγνωση
της ακτινωτής ουλής, μπορεί να καθησυχαστούν ο χειρουργός και η ασθενής ότι δεν
χρειάζεται να γίνει τίποτε επιπλέον ( δηλ. χειρουργική αφαίρεση όλης της
βλάβης); Μία θετική απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα μπορεί να στηριχθεί στο γεγονός
πως με την παρακέντηση με ευρύστομη βελόνα υπάρχει μία σιγουριά στη διάγνωση,
καθώς λαμβάνεται υλικό από πολλά σημεία της βλάβης και έτσι αν διαγνωστεί η
καλοήθεια είναι δύσκολο να έχει γίνει λάθος εκτίμηση. Επίσης, μία τέτοια
επιλογή μπορεί να στηριχθεί και στο γεγονός ότι σε ορισμένες μελέτες φάνηκε πως
ο αυξημένος κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου που συνδέεται με την ακτινωτή
ουλή δεν αφορά μόνο την περιοχή του μαστού όπου αυτή έχει παρουσιαστεί, αλλά
και τον υπόλοιπο ή και τον άλλο μαστό.
Όμως, αυτή η συντηρητική επιλογή δεν έχει βρει υποστήριξη από την
πλειοψηφία των χειρουργών και οι λόγοι είναι ότι αφενός η λήψη των
ιστοτεμαχίων με την ευρύστομη βελόνα μπορεί να έχει γίνει από περιοχή της
βλάβης που δεν είχε ατυπία ή κακοήθη εξαλλαγή ( γεγονός όχι τόσο σπάνιο, αφού
αυτές οι εξαλλαγές συνήθως υπάρχουν στην περιφέρεια της βλάβης) και αφετέρου το
ποσοστό συνύπαρξης καρκίνου είναι τόσο υψηλό που δεν μπορεί να αγνοηθεί. Πολλοί
μάλιστα από τους ειδικούς θεωρούν την ακτινωτή ουλή ως μία προκαρκινωματώδη
αλλοίωση.
Το χειρουργείο για την ακτινωτή ουλή στοχεύει στην εξαίρεση της μαζί με ένα
τμήμα από τον φυσιολογικό ιστό που την περιβάλει.
Συμπέρασμα: πρόκειται για μία αλλοίωση που τη διάγνωση τη βάζει
αποκλειστικά ο παθολογοανατόμος και η οποία γίνεται αντιληπτή από τον
απεικονιστικό έλεγχο ( μαστογραφία και υπερηχογράφημα) και όχι από συμπτώματα ή
από την κλινική εξέταση. Η αφαίρεση της βλάβης και η παρακολούθηση των γυναικών
μετά το χειρουργείο είναι η ακολουθούμενη αντιμετώπιση καθώς σε σημαντικό
ποσοστό συνδέεται με την εμφάνιση καρκίνου.
Υ.Γ. Δύο από τις εικόνες τις δανείστηκα
από το Radiology.rsna.org
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου