Περισσότεροι από 1 στους 3 ασθενείς έχουν μεταθεραπευτικά σωματικά ή
ψυχολογικά προβλήματα, διαπιστώνει μελέτη και αναδεικνύει τη σημασία της
κατάλληλης συμβουλευτικής από τους γιατρούς.
Οι ασθενείς με καρκίνο μαστού βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση.
Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι η θεραπευτική προσπάθεια που στοχεύει στην
καταπολέμηση του καρκίνου είναι το μόνο θέμα που πρέπει να απασχολεί γιατρούς
και ασθενείς, όταν η νόσος κάνει την εμφάνιση της. Και όσο και αν αυτό είναι
ουσιωδώς απαραίτητο, από μόνο του στερεί τον ασθενή από μία πιο ολιστική
προσέγγιση, που είναι και η πλέον σημαντική. Η αντικαρκινική θεραπεία είναι
στην πραγματικότητα το πρώτο βήμα σε μια πολύ πιο μακροχρόνια και πολυεπίπεδη
υποστήριξη του ή της ασθενούς με καρκίνο.
Περισσότερο από το 1/3 των 12,6 εκατομμυρίων επιζώντων από καρκίνο στις
Ηνωμένες Πολιτείες έχουν σωματικά ή ψυχικά προβλήματα που θέτουν σε κίνδυνο την
υγεία τους, σύμφωνα με τους ερευνητές από το Wake Forest Baptist Medical
Center.
Η μελέτη τους, που δημοσιεύθηκε πριν λίγους μήνες στο περιοδικό Cancer
Epidemiology, Biomarkers & Prevention, διαπίστωσε ότι το 25% των επιζώντων
από καρκίνο ανέφερε πως είχε κακή σωματική υγεία και το 10% ανέφερε κακή ψυχική
υγεία. Συγκριτικά, τα αντίστοιχα ποσοστά σε ενήλικες χωρίς καρκίνο ήταν 10% και
6% αντίστοιχα.
“Μέχρι τώρα, δεν είχαμε σαφή και επαρκή στοιχεία που να αφορούν θέματα
σχετικά με την ποιότητα της ζωής στον πληθυσμό που έχει επιζήσει του καρκίνου
στις ΗΠΑ” δήλωσε η πρώτη από τους συγγραφείς της μελέτης, Kathryn Weaver,
επίκουρη καθηγήτρια των κοινωνικών επιστημών και της πολιτικής υγείας στο
ιατρικό κέντρο Wake Forest Baptist. ” Αυτές οι διαπιστώσεις που προέκυψαν από
την έρευνα μας θα πρέπει να φανούν χρήσιμες στους γιατρούς και στους ερευνητές
να αναζητήσουν και να εντοπίσουν εκείνες τις ομάδες των επιζώντων οι οποίες
μπορεί να βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο για μακροχρόνια προβλήματα υγείας,
μετά από την εμφάνιση του καρκίνου. Επιπλέον, μπορεί να φανούν χρήσιμα στην
αξιολόγηση των οργανωμένων από κρατικούς φορείς προγραμμάτων που εφαρμόζονται
για τη βελτίωση της ζωής των επιζώντων από καρκίνο.»
Στα πλαίσια της μελέτης, οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία από μια πανεθνική
έρευνα για την υγεία που πραγματοποιήθηκε το 2010 από το CDC ( το
αμερικάνικο ΚΕΕΛΠΝΟ) και η οποία περιελάμβανε στοιχεία ειδικά για τους
επιζώντες του καρκίνου που συλλεγόντουσαν από αυτό τον οργανισμό και από το ΝCI
( Εθνικό Ινστιτούτο για τον Καρκίνο). Οι επιστήμονες εντόπισαν 1.822 επιζώντες
του καρκίνου και τους συνέκριναν με 24.804 ενήλικες χωρίς ιστορικό καρκίνου. Το
επίπεδο της ποιότητας ζωής που σχετίζεται με την υγεία μετρήθηκε με την χρήση
μίας κατάλληλης για αυτή την περίσταση ειδικής κλίμακας (Patient-Reported
Outcomes Measurement Information System Global Health Scale -PROMIS Global 10)
Μετά από τις στατιστικές διορθώσεις για το φύλο, τη φυλή/εθνικότητα, το
επίπεδο εκπαίδευσης και διάφορες ιατρικές παραμέτρους, βρέθηκε πως η ποιότητα
ζωής που επηρεάζεται από την κατάσταση υγείας σχετίζεται με το είδος του
καρκίνου. Έτσι οι επιζώντες του καρκίνου του μαστού, του προστάτη και του
μελανώματος τα πήγαιναν καλύτερα, με το επίπεδο ποιότητας ζωής που επηρεάζεται
από την κατάσταση της υγείας να είναι ίδιο ή ακόμα και καλύτερο από το
αντίστοιχο εκείνων των ενηλίκων που δεν είχαν ιστορικό καρκίνου.
Σε αντίθεση, το 40% των επιζώντων από καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, του
αίματος και του παχέος εντέρου και οι επιζώντες καρκίνων που έχουν ένα ποσοστό
πενταετούς επιβίωσης μικρότερο από το 25% (συμπεριλαμβανομένων των καρκίνων του
ήπατος, των πνευμόνων και του παγκρέατος), ήταν περισσότερο πιθανό να αναφέρουν
σωματικά προβλήματα που είχαν ένα αρνητικό αντίκτυπο στην ποιότητα της ζωής
τους. Επιπλέον, οι επιζώντες αυτής της τελευταίας ομάδας ήταν πιο πιθανό να
αναφέρουν προβλήματα στις νοητικές ικανότητες τους, τα οποία επηρέαζαν αρνητικά
την καθημερινή ζωή τους.
Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι περίπου 3,3 εκατομμύρια επιζώντες από τον
καρκίνο στις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν κακή ποιότητα ζωής εξαιτίας σωματικών
προβλημάτων και σχεδόν 1,4 εκατομμύρια εξαιτίας προβλημάτων ψυχικής υγειας, που
και τα δύο επηρεάζουν την ποιότητα ζωής τους.
“Πρόσφατα, έχει υπάρξει ισχυρή ώθηση στους γιατρούς να κάνουν καλύτερη
δουλειά συζητώντας με τους ασθενείς που έχουν καρκίνο για το τι να περιμένουμε
όταν ολοκληρωθούν οι θεραπείες και περνούν στο στάδιο που – κυρίως στην
Αμερική- συνηθίζεται να χαρακτηρίζονται ως επιζώντες”, δήλωσε η Weaver. ” Η
αναγνώριση των συμπτωμάτων ή προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι ασθενείς με
καρκίνο μετά τη θεραπεία – όπως είναι η κόπωση, ο πόνος, η κατάθλιψη,
τα προβλήματα ύπνου και τα γνωσιακά προβλήματα – και φέρνοντας αυτούς τους
ασθενείς σε επαφή με τα κατάλληλα μέσα ή θεραπείες για την περίπτωση τους,
είναι το κλειδί για τη βελτίωση της μακροπρόθεσμης υγείας τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου