Οι κύστεις είναι ένα από τα συνηθέστερα προβλήματα του γυναικείου στήθους,
αφού υπολογίζεται πως εμφανίζονται στο 10% του γυναικείου πληθυσμού.
Μια πολύ μεγαλύτερη αναλογία γυναικών, στην παραγωγική ηλικία τους,
ιδιαίτερα κοντά στην ηλικία της εμμηνόπαυσης, θα διαπιστώσει κατά τον
υπερηχογραφικό έλεγχο ότι εμφανίζει μικρές κύστεις. Στις ηλικιωμένες γυναίκες
οι κύστεις είναι πλέον μία σπανιότητα.
Διακρίνουμε δύο ειδών κύστεις: τις μικρές
κύστεις, με μέγεθος ελάχιστων χιλιοστών και τις μεγαλύτερες κύστεις (ή μακροκύστεις). Η δημιουργία τους
ξεκινά από αυτό που ονομάζεται τελική πορο-λοβιακή μονάδα, δηλ. την περιοχή
όπου οι αδενοκυψέλες ενώνονται με τους μικρούς πόρους, οι οποίοι στη συνέχεια
ενώνονται με τους διπλανούς τους και σχηματίζουν μεγαλύτερους πόρους που με τη
σειρά τους θα ενωθούν για να σχηματίσουν τους μεγάλος γαλακτοφόρους πόρους που
καταλήγουν στη θηλή. Αυτή η μικρή ανατομική περιοχή είναι η έδρα πολλών
παθήσεων του μαστού ( ακόμα και του καρκίνου). Όταν πολλές διευρύνσεις –
κυστικές διογκώσεις γειτονικών πορο-λοβιακών μονάδων συνενωθούν μεταξύ τους
σχηματίζονται οι μεγάλες κύστεις, η διάμετρος των οποίων μπορεί να φτάσει
αρκετά εκατοστά.
Συνήθως οι περισσότερες κύστεις δεν προκαλούν συμπτώματα. Οι μεγάλες κύστεις, όμως, ιδιαίτερα αν βρίσκονται κοντά στην επιφάνεια του μαστού ( κοντά στο δέρμα), συχνά είναι ψηλαφητές ( αγχώνοντας τις γυναίκες που νομίζουν ότι πρόκειται για καρκίνο). Η σύσταση τους είναι υπόσκληρη έως σκληρή και έχουν ομαλή επιφάνεια. Αν μεσολαβεί μεταξύ κύστεως και δέρματος άφθονος μαζικός ιστός, η επιφάνεια μπορεί να γίνει αισθητή στην ψηλάφηση ως μικροοζώδης. Οι βαθύτερες κύστεις είναι πιο δύσκολο να ψηλαφηθούν. Επίσης, μπορούν να προκαλέσουν συμπτώματα παρόμοια του καρκίνου, όπως π.χ. να ρυτιδώσουν το δέρμα. Μερικές φορές είναι επώδυνες ( ιδιαίτερα αν πιεστούν έντονα, όπως συμβαίνει κατά την διενέργεια της μαστογραφίας). Μαστογραφικά η ψηλαφητή ή μη μάζα έχει ομαλά όρια και δεν είναι δυνατό να γίνει αντιληπτό αν περιέχει υγρό ή είναι συμπαγής. Αυτό μπορεί να το διακρίνει το υπερηχογράφημα, αποτελώντας ως εκ τούτου την καλύτερη εξέταση για τη διάγνωση των κύστεων.
Συνήθως οι περισσότερες κύστεις δεν προκαλούν συμπτώματα. Οι μεγάλες κύστεις, όμως, ιδιαίτερα αν βρίσκονται κοντά στην επιφάνεια του μαστού ( κοντά στο δέρμα), συχνά είναι ψηλαφητές ( αγχώνοντας τις γυναίκες που νομίζουν ότι πρόκειται για καρκίνο). Η σύσταση τους είναι υπόσκληρη έως σκληρή και έχουν ομαλή επιφάνεια. Αν μεσολαβεί μεταξύ κύστεως και δέρματος άφθονος μαζικός ιστός, η επιφάνεια μπορεί να γίνει αισθητή στην ψηλάφηση ως μικροοζώδης. Οι βαθύτερες κύστεις είναι πιο δύσκολο να ψηλαφηθούν. Επίσης, μπορούν να προκαλέσουν συμπτώματα παρόμοια του καρκίνου, όπως π.χ. να ρυτιδώσουν το δέρμα. Μερικές φορές είναι επώδυνες ( ιδιαίτερα αν πιεστούν έντονα, όπως συμβαίνει κατά την διενέργεια της μαστογραφίας). Μαστογραφικά η ψηλαφητή ή μη μάζα έχει ομαλά όρια και δεν είναι δυνατό να γίνει αντιληπτό αν περιέχει υγρό ή είναι συμπαγής. Αυτό μπορεί να το διακρίνει το υπερηχογράφημα, αποτελώντας ως εκ τούτου την καλύτερη εξέταση για τη διάγνωση των κύστεων.
Τις μικρές κύστεις δεν τις πειράζουμε, ούτε αποτελούν εύρημα που θα
ανησυχήσει τον γιατρό.
Η θεραπεία των μεγάλων κύστεων είναι η παρακέντηση τους. Η παρακέντηση δεν
πονάει. Με εξαίρεση την αναρρόφηση αιματηρού υγρού, το περιεχόμενο διαφορετικού
χρωματισμού δεν αποστέλλεται για κυτταρολογική εξέταση. Συνήθως το υγρό που
αναρροφάται έχει βαθυπράσινο ή ορώδες πηχτό χρώμα. Αν η κύστη
βρίσκεται βαθιά μέσα στο στήθος και είναι μεγάλη, τότε μπορεί να
παρακεντηθεί με τη βοήθεια του υπερηχογράφου ( με τον οποίον εντοπίζεται η
κύστη και καθοδηγείται ο εξεταστής να σπρώξει τη βελόνα εκεί που αυτή
βρίσκεται)
Αν μία κύστη έχει παρακεντηθεί τουλάχιστον 3 φορές και συνεχίζει να
υποτροπιάζει, τότε έχει ένδειξη η χειρουργική αφαίρεση της.
Όταν γίνει παρακέντηση μιας ή περισσότερων κύστεων ( γιατί
πολλές γυναίκες έχουν περισσότερες της μίας κύστεις) τότε συνιστάται
να γίνει ένα νέο υπερηχογράφημα για να ελεγχθεί το αν η κύστη εξαφανίστηκε ή αν
υποτροπιάζει.
Αν το εσωτερικό της κύστης έχει παχύρευστο περιεχόμενο ( π.χ. μετά από μία
αιμορραγία) ή το τοίχωμα της είναι πεπαχυσμένο ή ανώμαλο ( κάτι που συμβαίνει
στο 5% των περιπτώσεων με κύστεις οπότε γίνεται λόγος για σύνθετες ή επιπεπλεγμένες ή άτυπες κύστεις), τότε η
κυτταρολογική εξέταση του αναρροφηθέντος υγρού από την παρακέντηση πρέπει να
σταλεί για κυτταρολογική εξέταση. Μερικές φορές μπορεί να χρειαστεί να γίνει
χειρουργική ααφαίρεση της.
Τέλος, το συχνό ερώτημα αν οι κύστεις προδιαθέτουν για εμφάνιση καρκίνου
του μαστού, η απάντηση είναι όχι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου